Ο Πρόεδρος της ΚΕΕ και του ΕΒΕΑ κ. Κωνσταντίνος Μίχαλος ο Άντιπροεδρος του Επιμελητηρίου Ηλείας κ. Κωνσταντίνος Λεβέντης και ο Γραμματέας της ΚΕΕ και Προεδρος του ΕΒΕ Βοιωτίας κ. Παναγιώτης Αγνιάδης μαζί και ο εκπρόσωπος της επιχείρησης Παναγιωτόπουλος Κεραμοποιία ΑΒΕΕ στο Περίπτερο του Επιμελητηρίου Ηλείας στα πλαίσια της 84ης ΔΕΘ
Αξιότιμε κ Πρόεδρε,
Αξιότιμα Μέλη της διοικητικής κ. πρόεδροι και μέλη της ΓΣ,
επανέρχομαι και με την φετινή μου εισήγηση προς την Γενική Συνέλευση, στο θέμα των κόκκινων τραπεζικών δανείων και ιδίως αυτών που δόθηκαν στο παρελθόν για προνοιακούς λόγους, όπως την ανακούφιση των πληγεισών περιοχών από τις πυρκαγιές του 2007, τα οποία ήταν και συνεχίζουν σε μεγαλό βαθμό να έχουν καθηλώσει την επιχειρηματική δραστηριότητα νομών όπως η Ηλεία.
Τα δάνεια αυτά δόθηκαν προς ανακούφιση των πληγεισών περιοχών και με την εύλογη πεποίθηση όλων των εμπλεκομένων (τραπεζών, Ελληνικού δημοσίου και δανειοληπτών) ότι, υπό ομαλές οικονομικές συνθήκες, θα μπορούσαν να αναστηλώσουν τις πληγείσες επιχειρήσεις και να ανακόψουν τις συνέπειες της φυσικής καταστροφής στις τοπικές οικονομίες, ώστε σταδιακά να μπορέσουν να επιστραφούν στις τράπεζες. Αλλά στο μεταξύ, ήρθε η οικονομική κρίση, τα προβλήματα λειτουργίας και χρηματοδότησης των τραπεζών και το κυριότερο, η απροθυμία να αναληφθούν γενναίες πρωτοβουλίες, επί τη βάσει του προνοιακού χαρακτήρα αυτών των δανείων.
Οι επίπονες και συνεχείς προσπάθειες του Επιμελητηρίου μας, όπως και των λοιπών ενδιαφερομένων Επιμελητηρίων (Αρκαδίας, Αχαΐας, Ευβοίας, Λακωνίας, Μεσσηνίας), για την εξεύρεση λύσεων στο θέμα των πυρόπληκτων δανείων με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, οδήγησαν στο τέλος της προηγούμενης χρονιάς σε μία σημαντική επιτυχία.
Μεταξύ των πρωτοβουλιών που είχαμε αναπτύξει, ήταν και η σύνταξη και υποβολή νομοθετικής πρότασης για τα συγκεκριμένα δάνεια, η οποία να μπορεί να εναρμονιστεί με το Ευρωπαϊκό Δίκαιο, αλλά και με τις δεσμεύσεις της χώρας από τα μνημόνια. Σε συνέχεια της νομοθετικής μας πρότασης εκδόθηκε η με αριθμ. 2/94253/0025/21.12.2018 απόφαση του τότε Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών, κ. Γεωργίου Χουλιαράκη, με βάση την οποία η πρότασή μας έγινε πράξη, δίνοντας ευθέως τη δυνατότητα στα πιστωτικά ιδρύματα και τους δανειολήπτες να ρυθμίζουν, μεταξύ άλλων, και τα πυρόπληκτα (κόκκινα και ενήμερα) δάνεια με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, χωρίς οι τράπεζες να προβάλουν ως εμπόδιο την ύπαρξη της συγκεκριμένης εγγύησης και την ανάγκη λήψης εγκρίσεων από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους. Έγινε, δηλαδή, το αναγκαίο βήμα και υπέδειξε προς τις τράπεζες ότι, δεν μπορούν πλέον να αρνούνται πεισματικά την ρύθμιση των συγκεκριμένων δανείων.
Παρά δε το γεγονός ότι, η υπουργική απόφαση έκανε λόγο σε «δυνητική» εξέταση και αποδοχή εκ μέρους των τραπεζών των αιτημάτων ρύθμισης εκ μέρους των δανειοληπτών, τα κριτήρια που η ίδια η υπουργική απόφαση έθετε, δηλαδή ότι, οι τράπεζες θα πρέπει, σε κάθε περίπτωση εξέτασης αιτήματος ρύθμισης δανείου με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, να τηρούν «τα συνήθη τραπεζικά κριτήρια», και να επιδιώκουν την «αύξηση της πιθανότητας αποπληρωμής του δανείου εκ μέρους του δανειολήπτη», οδηγούν στο μόνο ασφαλές συμπέρασμα ότι οι τράπεζες οφείλουν να απαντούν θετικά σε αιτήματα ρύθμισης, σε περίπτωση που αυτό επιβάλλεται, είτε από τα συνήθη τραπεζικά κριτήρια, είτε προς το σκοπό αύξησης της πιθανότητας αποπληρωμής του δανείου εκ μέρους του δανειολήπτη.
Με τον τρόπο αυτό, σχετικοποιείται ο δυνητικός χαρακτήρας ρύθμισης των δανείων δανείου εκ μέρους της τράπεζας, όπως, ενδεικτικά, στις περιπτώσεις, όπου, επί παραδείγματι, έχει τύχει ρύθμισης άλλο παρόμοιο δάνειο, χωρίς την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, οπότε θα πρέπει να τύχει της ίδιας ή παρόμοιας ρύθμισης και το δάνειο με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου. Επίσης, εάν με την προτεινόμενη ρύθμιση, αυξάνονται αντικειμενικά οι πιθανότητες αποπληρωμής του δανείου από τον δανειολήπτη, τότε η εκ μέρους της τράπεζας τυχόν άρνηση ρύθμισης θα συνιστά παράνομη εκ μέρους της συμπεριφορά και όχι απλώς καταχρηστική.
Τα μηνύματα που έρχονταν στην αρχή από τα μέλη μας, δεν ήταν θετικά, κι ο τραπεζικός κλάδος ήταν στην αρχή εντελώς απρόθυμος να εφαρμόσει την συγκεκριμένη υπουργική απόφαση. Διαπιστώνουμε, όμως, τελευταία μία κινητικότητα προς την κατεύθυνση ρύθμισης των δανείων.
Θεωρούμε αναγκαία τη συνέχιση των παρεμβάσεών μας ως επιμελητήρια για την κατά το δυνατόν μεγαλύτερη εφαρμογή της ως άνω υπουργικής απόφασης, όπως ευθύνη της νέας Κυβέρνησης είναι η άσκηση περαιτέρω πίεσης προς τα τραπεζικά ιδρύματα, την Τράπεζα της Ελλάδος και την Ένωση Ελληνικών Τραπεζών, να διευκολύνουν τον κάθε δανειολήπτη που προσέρχεται με διάθεση ρύθμισης των δανείων του. Περαιτέρω, θα πρέπει επιτέλους να ληφθούν και ειδικότερες μέριμνες αναφορικά με τους συνοφειλέτες – εγγυητές των δανείων αυτών, οι οποίοι βρέθηκαν μπλεγμένοι με τα συγκεκριμένα δάνεια, αντίθετα στις τότε αποφάσεις του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους για την έγκριση παροχής της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου.
Ευθύνη όμως και των δανειοληπτών πλέον είναι να επισπεύσουν και αυτοί τις διαδικασίες τακτοποίησης των δανείων τους και να επιδιώξουν να βελτιώσουν την τραπεζική τους εικόνα. Ο πιστωτικός τομέας είναι απαραίτητο να εξυγιανθεί από τα κόκκινα δάνεια για να μπορέσει να επιτελέσει τον πρωταρχικό του ρόλο που είναι η χορήγηση νέων χορηγήσεων για να πάρει μπρος η οικονομία.
Στο επιμελητήριο Ηλείας παρακολουθούμε την εξέλιξη του ζητήματος των δανείων και θα παρεμβαίνουμε για κάθε εφικτή διευθέτηση.
Κλείνοντας θέλω να ευχαριστήσω τον πρόεδρο μας κ. ΜΙΧΑΛΟ για την διαρκη υποστήριξη ,στο παρελθόν οπως και στο πρόσφατο , αναζήτησης λύσεων στο πρόβλημα .
Ευχαριστώ
Κωνσταντίνος Λεβέντης
Αντιπρόεδρος Επιμελητηρίου Ηλείας